Πρόκειται για τον τρίτο συχνότερο καρκίνο που μαστίζει τον ελληνικό πληθυσμό μετά από του πνεύμονα στους άνδρες και του μαστού για τις γυναίκες. Ο καρκίνος του παχέος εντέρου ευθύνεται για τον θάνατο 7,3 ανδρών και 6,6 γυναικών ανά 100.000 πληθυσμού κάθε χρόνο, σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας.
Έως σήμερα η μόνη αποτελεσματική θεραπεία ήταν η χειρουργική εκτομή ή αλλιώς κολεκτομή του πάσχοντος τμήματος ή ολόκληρου του εντέρου. Μια νέα όμως, επαναστατική μέθοδος λαπαρασκοπικής αφαίρεσης προσφέρει ελπίδες σε χιλιάδες ασθενείς, η οποία εφαρμόζεται με επιτυχία και στη χώρα μας από διακεκριμένους χειρουργούς, η οποία επιτρέπει την επιστροφή τους στο σπίτι πολύ γρηγορότερα από το κλασικό χειρουργείο.
Τα πλεονεκτήματα που προσφέρει στον ασθενή η λαπαροσκοπική αφαίρεση καρκίνου από το παχύ έντερο σε σχέση με το ανοιχτό χειρουργείο είναι θεαματικά, σύμφωνα με τους επιστήμονες. «Η εξέλιξη της χειρουργικής, σε συνδυασμό με την υψηλή τεχνολογία, μας δίνει τη δυνατότητα στις περιπτώσεις του καρκίνου του παχέος εντέρου να επεμβαίνουμε λαπαρασκοπικά, με πολλαπλά οφέλη για τον ασθενή», τόνισε ο διαπρεπής χειρουργός δρ. Αναστάσιος Ξιάρχος, πρόεδρος της Ελληνικής Επιστημονικής Εταιρείας Ορθοπρωκτικής Χειρουργικής, ο οποίος έχει ήδη εφαρμόσει τη νέα επαναστατική μέθοδο σε δεκάδες ασθενείς στην Ελλάδα.
Όπως επισημαίνει ο δρ. Ξιάρχος: «H χειρουργική εμπειρία σε μεγάλη σειρά λαπαροσκοπικών κολεκτομών δίνει τη δυνατότητα για ασφαλή ογκολογικά χειρουργεία και πλήρη εκτομή του όγκου με λεμφαδενικό καθαρισμό, λόγω της μεγέθυνσης που παρέχει η λαπαροσκόπηση και του ευκρινέστερου εγχειρητικού πεδίου».
Ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική επέμβαση του παχέους εντέρου συχνά αντιμετωπίζουν μεγάλη και δύσκολη περίοδο ανάρρωσης, γιατί οι κλασικές «ανοιχτές» επεμβάσεις είναι πολύ εκτεταμένες.
Η μετεγχειρητική παραμονή του ασθενούς στο νοσοκομείο είναι από πέντε έως οκτώ ημέρες κατά μέσο όρο και συνήθως απαιτείται περίοδος ανάρρωσης έξι εβδομάδων. Η μέθοδος όμως της λαπαροσκοπικής κολεκτομής επιτρέπει στον χειρουργό να κάνει την επέμβαση με πολύ μικρές τομές.
Αναλόγως του είδους της επέμβασης, οι ασθενείς μπορούν να επιστρέψουν σπίτι τους σε λίγες ημέρες και στις κανονικές τους δραστηριότητες πολύ πιο γρήγορα από εκείνους που έχουν υποβληθεί σε «ανοιχτό» χειρουργείο.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, τα οφέλη για τον ασθενή είναι πολλαπλά.
Συγκεκριμένα, ο γιατρός χειρουργεί με ακρίβεια μικροσκοπίου, καθώς γίνεται μεγέθυνση του χειρουργικού πεδίου και προβολή του σε υψηλής ευκρίνειας οθόνη, προκαλείται ελάχιστο τραύμα, υπάρχει περιορισμένη καταστροφή ιστών, λόγω μικρού χειρουργικού τραύματος, ελάχιστη απώλεια αίματος, με αποτέλεσμα μικρότερο ποσοστό μεταγγίσεων, μικρότερο ποσοστό ενδοκοιλιακών συμφύσεων, μικρότερος μετεγχειρητικός πόνος και -το κυριότερο- έλλειψη μετεγχειρητικών επιπλοκών όπως κήλες, διαπύηση ή διάσπαση του χειρουργικού τραύματος.